Περί θανάτου τῶν συγγενικῶν προσώπων. (Ἐπιστολές). Οσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου

 

Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης - Wikiwand

Επιστολὴ 144. Στὸν πατρίκιο Θεόδωρο.

Ἄργησα νὰ στείλω τὸ γράμμα, ἄλλα αὐτὸ ὀφείλεται στὸ ὅτι ἀργήσαμε νὰ ἀκούσουμε τὴν ἀπευκταία εἴδηση τῆς συμφορᾶς ποὺ συνέβη στὸν δεσπότη μας.

Τί στενόχωρη ἀλήθεια ἀγγελία! Μᾶς ἐγκατέλειψε ἡ ἀγαπητὴ κυρία, ἀποχωρίστηκες ἀπὸ τὴν καλὴ σύζυγο, ἀποκόπηκες ἀπὸ τὴν ἐπαινούμενη σάρκα, γιὰ τὴν ὁποία ἡ ἁγία Γραφὴ λέγει• «θὰ γίνουν οἱ δυὸ ἕνα σῶμα».

Ἐφόσον λοιπὸν ἡ σάρκα εἶναι ὁμολογουμένως μία, εἶναι φανερὸ ὅτι ὁ διαχωρισμὸς προκαλεῖ τέτοια πληγῆ σ’ αὐτοὺς ποὺ χωρίστηκαν, σὰν αὐτὴν ποὺ κάνει τὸ μαχαίρι κόβοντας τὸν ἕνα ἄνθρωπο σὲ δυό. Τὸ κόψιμο εἶναι πραγματικὰ ὀδυνηρό, καὶ τὸ αἷμα τρέχει κατὰ κάποιον τρόπο μπροστὰ στὰ μάτια σας, καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ βάλει κανεὶς κατάπλασμα, οὔτε ἐπιδέσμους, ὅσον ἀφορᾶ στὴν ἀνθρώπινη βοήθεια.


Ἐξάλλου αὐτὴ ποὺ ἔφυγε δὲν ἦταν τυχαῖα σύζυγος, ἀλλὰ πολὺ ἀξιέπαινη καὶ θαυμάσια. Πρῶτον βέβαια ὅτι εἶχε τὴν εὐσέβεια τῆς πίστεως σταθερή, τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν ἄνδρα της. περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη, τὴν ὁποία ἀπαιτεῖ ὁ ἱερὸς Ἀπόστολος πρὶν ἀπὸ ὅλα στοὺς συζύγους. Γι’ αὐτὸ καὶ ἔκανε δεήσεις γιὰ τὴν κεφαλή της, καὶ προσευχὲς καὶ ἐπικλήσεις καὶ ἔμενε ὦρες προσηλωμένη στὸν Θεό, βαδίζοντας ξυπόλητη ἡ μακαρία στὶς νυχτερινὲς πορεῖες, μήπως καὶ μὲ αὐτὲς κάμψει τὴν εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ.

Τί πάλι ἡ φροντίδα της γιὰ τὸ σπίτι, ἡ ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν, ἡ περιποίηση τῶν δούλων, τὸ ἁπλό της ἦθος, τὸ ἀνοιχτόκαρδο στοὺς φίλους, τὸ ἑνωτικό του γένους, ἡ ἔλλειψη φθόνου πρὸς τὶς ἰσότιμες, καὶ ἡ πρὸς ὅλα σεμνοπρέπεια καὶ κοσμιότητα, τὰ ὁποία ἔκανε ἀντὶ γιὰ χρυσὰ ἐμπλόκια καὶ στολίσματα μὲ μαργαριτάρια, καὶ ὅταν ἔκανε ἐξόδους καὶ ὅταν ἐμφανιζόταν στὶς βασιλικὲς αὐλές;

Ἀλλ’ ὅμως ὅλα αὐτὰ ἔφυγαν, καὶ γίναμε, γιὰ νὰ μιλήσω μὲ πάθος, μισοπεθαμένοι καὶ τσακισμένοι, ἢ καλύτερα, γιὰ νὰ μιλήσω ψαλμικά, «σὰν νυχτοπούλι ποὺ θρηνεῖ σὲ ἔρημο σπίτι, καὶ σπουργίτι ποὺ ἔχασε τὸν σύντροφό του καὶ μένει μόνο τοῦ στὴ στέγη», βλέποντας τὸ σπίτι ἄδειο ἀπὸ ἐκείνην ποὺ τὸ φρόντιζε, τὰ παιδιὰ μπροστὰ στὰ μάτια σας νὰ σᾶς περικυκλώνουν καὶ νὰ περικυκλώνονται, μὴ ἔχοντας ποὺ νὰ στηρίξουν τὰ χέρια, ἀπὸ ὅπου θὰ πάρουν μητρικὸ χάδι, γαλουχικὴ ἐμψύχωση•
τὸ σπίτι σκοτεινό, σὰν νὰ τὸ ἐγκατέλειψε ὁ ἥλιος, κανένας δὲν κελαηδεῖ καὶ στὰ αὐτιὰ τὰ δικά σου καὶ τῶν παιδιῶν καὶ ὅλων τῶν ὑποτακτικῶν, ἀφοῦ εἶναι ἀποῦσα ἐκείνη, ἡ πραγματικὰ καλλίφωνη, ποὺ εὐχαριστοῦσε ὅσους τὴν ἐπισκέπτονταν μὲ τὴν πραγματικὰ μελωδικὴ συζήτηση καὶ ὑποδοχή. Ὅλα αὐτὰ εἶναι πραγματικὰ θλιβερὰ καὶ προκαλοῦν ἀναστεναγμούς, καὶ ὅταν περιγράφονται καὶ ὅταν τὰ σκέπτεται κανείς.

Ὅμως τί νὰ κάνουμε, δέσποτα;

Εἶναι διαταγὴ τοῦ Θεοῦ, ἢ καλύτερα ἀπόφαση, ποὺ μέσω τοῦ Δαβὶδ ψάλλουμε. «Δὲν ὑπάρχει ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος θὰ ζήσει πάνω στὴ γῆ καὶ δὲν θὰ πεθάνει». Ἔτσι, καθένας, ἀπὸ τὸν προπάτορά μας Ἀδὰμ μέχρι τώρα, ποὺ ἦρθε στὸν κόσμο μὲ γέννηση, θὰ φύγει πάλι μὲ τὴ διάλυση στὸν κόσμο ἐκεῖνον τὸν ὑψηλότερο καὶ θεομορφώτερο. Γιατί λέγει. «Σπείρεται φθαρτό, ἀνασταίνεται ἄφθαρτο. Σπείρεται ἄδοξο, ἀνασταίνεται ἔνδοξο. Σπείρεται σῶμα ψυχικό, ἀνασταίνεται σῶμα πνευματικό». Γιατί θὰ γίνουμε ἴσοι μὲ τοὺς ἀγγέλους καὶ υἱοὶ τῆς ἀνάστασης, ἀφοῦ τὸ θνητὸ καταπωθεῖ ἀπὸ τὴ ζωή.
Βλέπεις, δέσποτα, ὅτι, ἂν καὶ ἡ κυρία μας ἐγκατέλειψε, ὅμως μετέβει ἀπὸ τὸ σκοτάδι στὸ φῶς, καὶ ἀπὸ τὴ φθαρτὴ ζωή, σὲ ἀθάνατη κατάληξη; Ἐκεῖ θὰ τὴν δεῖς ὕστερα ἀπὸ λίγο, πηγαίνοντας καὶ σὺ ἐκεῖ. «Ὥστε νὰ μὴ λυπούμαστε, ὅπως κάνουν οἱ ἄλλοι ποὺ δὲν ἔχουν ἐλπίδα», ἐλπίζοντας ὅτι μὲ τὴν ἀνάσταση θὰ βελτιωθοῦμε σὲ μία μακάρια ζωή.

Σᾶς ὑπενθυμίζω ὅτι πρέπει μᾶλλον νὰ συνέλθουμε καὶ νὰ προσηλωθοῦμε στὸ σπίτι, νὰ φροντίσουμε τὰ παιδιά, καὶ πρὶν ἀπὸ ὅλα φυσικὰ τὴν πολύτιμη ψυχή μας, κοσμούμενοι, ὅπως ἐκείνη ἡ μακάρια μὲ ἀρετές, καὶ νὰ χαιρόμαστε γι’ αὐτό, ὅτι προπέμψαμε σύζυγο, ἡ ὁποία θὰ ἱκετεύει τὸν Θεὸ γιά μας, καὶ ἡ ὁποία ἄφησε σέ μας καὶ σὲ ὅλους τους γνωστοὺς ὑπόδειγμα καλοῦ βίου.

Ἐπιστολὴ 149. Στὸν ὕπατο Λύκαστον.

Ὁ ἴδιος ὁ γραμματοκομιστὴς ποὺ φέρνει στὴν τιμιότητά σου τὸ γράμμα, μᾶς ἀνήγγειλε τὴ συμφορὰ ποὺ σὲ βρῆκε, καὶ πραγματικὰ ἡ λύπη σου μὲ ἄγγιξε καὶ ἐμένα. Γιατί ὁ ἴδιος εἶμαι καὶ στενὸς συγγενής σου, καὶ συγχρόνως παλιὸς φίλος καὶ συνομήλικος, καὶ δὲν εἶναι δυνατὸν ὁ γνήσιος φίλος νὰ μὴ συμπάσχει μαζὶ μὲ αὐτὸν ποὺ ἀγαπᾶ ὅπως καὶ ἀντίθετα στὴ χαρά.

Ἀλλὰ ἡ ἀγγελία ποὺ δὲν τὴν εὔχεται κανείς! Μᾶς ἐγκατέλειψε ἡ κυρία ὑπάτισσα, ὅπως λέγεται, γυναίκα ἀπὸ τὶς παινεμένες, ὅπως ἀκούσαμε καὶ ἀπὸ ἄλλους, καὶ ἐγὼ ὁ ἴδιος μὲ τὰ μάτια μου ἀπόλαυσα. Πρῶτον βέβαια, ὅτι ἀγαποῦσε τὸν ἄνδρα της, πράγμα ποὺ ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο χαρακτηρίζεται ὡς τὸ καλύτερο στὸν γάμο.

Φρόνιμη, οἰκοδέσποινα εὐπλησίαστη, εὐπροσήγορη, εὐσεβής, φίλη τῶν πτωχῶν, καὶ τὸ μεγαλύτερο, στολισμένη μὲ σωφροσύνη καὶ ἐπαργυρωμένη μὲ ὀρθοδοξία, οἱ καρποὶ τῆς ὁποίας, τὰ παιδιὰ ἀποτελοῦν ἀπόδειξη τῆς καλῆς ζωῆς καὶ τῶν δυό σας. Γιατί, ὅπως τὸ δένδρο ἀναγνωρίζεται ἀπὸ τὸν καρπό του, ἔτσι καὶ ἀπὸ τὰ παιδιὰ φαίνονται ποιοὶ καὶ πόσο σπουδαῖοι εἶναι οἱ γονεῖς τους.
Καὶ ἐπειδὴ δὲν ἔχω βαθειὰ γνώση ἐκείνης τῆς μακαρίτισσας, πῶς θὰ μποροῦσα νὰ ἐκθειάσω τὶς ἀρετές της; Ἂν καὶ μόνο δυὸ φορὲς συναντήθηκα καὶ μίλησα μαζί της, κατάλαβα ὅτι ὁ Θεός σου χάρισε γυναίκα πραγματικὰ βοηθόν, ὄχι σὰν τὴν παλιὰ προμήτορα, αἰτία ἀπάτης, ἀλλὰ γυναίκα ποὺ ἔγινε γιὰ σένα αἰτία καὶ στήριγμα σωτηρίας γιὰ ὅλη τη ζωή σου.

Ὤ, τί συμφορά! Αὐτὴ ἔφυγε, πέταξε ἀπὸ τὸ μάτια σας, σᾶς ἐγκατέλειψε μισοπεθαμένους, ἀποκομμένους ἀπὸ τὴν καλὴ σύζυγό σου. Δὲν μποροῦμε μὲ τὰ μάτια νὰ βλέπουμε τὴν παρηγοριὰ ποὺ ξεπερνᾶ κάθε παροδικὴ χαρά, οὔτε τὴν ἐνίσχυση στὶς θλίψεις, οὔτε τὴν παρηγοριὰ στὶς συμφορές, οὔτε τὴν ὑπόμνηση καὶ βοηθὸ καὶ σύμπραξη σὲ ὅλα τὰ ἀπαιτούμενα.

Ὁ ἥλιος τοῦ σπιτιοῦ ἔδυσε. Ποιὸς θὰ μᾶς προϋπαντήσει, ποιὸς θὰ τῆς χαριστεῖ, ποιὸς θὰ μᾶς παρηγορήσει; Ἤδη γίναμε σὰν πόλη ποὺ σκότωσε ὄλον τῆς τὸν κόσμο. «Σὰν σπουργίτι μόνο πάνω στὴ στέγη», γιὰ νὰ μιλήσω σὰν τὸν Δαβίδ.

Τί λοιπόν; Θὰ λυπηθοῦμε πάνω ἀπὸ τὸ μέτρο καὶ θὰ περιβληθοῦμε ἀπαρηγόρητο πένθος; Καθόλου βέβαια, καθόλου. ναὶ καθόλου, πολυπόθητε, ἀλλά, γνωρίζοντας ὅτι ὁ Θεὸς πού μας ἔδωσε αὐτὴν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ νὰ εἶναι κοινωνὸς στὴ ζωή, αὐτὸς τώρα εἶναι ποὺ τὴν παίρνει, ἂς ὑπομείνουμε αὐτὸ ποὺ συνέβη μὲ εὐχαρίστηση, μιμούμενοι ἐκεῖνα τὰ μακάρια λόγια ποὺ εἶπε ἐκεῖνος, ὄχι γιὰ τὴν ἀπώλεια γυναίκας, ἀλλὰ γιὰ τὸν θάνατο συγχρόνως τῶν δέκα παιδιῶν του, μαζὶ μὲ τὴν ἀπώλεια τὶς προηγούμενες μέρες ὅλων τῶν ὑπαρχόντων του, καὶ ἐκείνη τὴν τελευταία πληγῆ τοῦ σώματος, κατὰ τὴν ὁποία ὁ πρώην βασιλιάς, καθισμένος πάνω στὴν κοπριὰ καὶ ξύνοντας τὸ πύο τῶν πληγῶν τοῦ σώματός του μὲ σβώλους ἀπὸ χῶμα, εἶπε τὰ ἑξῆς. «Ὁ Κύριός μου τὰ ἔδωσε, ὁ Κύριος τὰ ἀφήρεσε. Ὅπως φάνηκε καλὸ στὸν Κύριο, ἔτσι καὶ ἔγινε».

Ἐὰν λοιπόν, φίλε, τὰ ἐφαρμόσουμε αὐτὰ στὸν ἑαυτό μας καὶ τὰ ποῦμε, δὲν θὰ βρεθοῦμε μακριὰ ἀπὸ τὴ μερίδα ἐκείνων, ἀλλὰ καὶ στὴ μακάρια ἐκείνη θὰ τὸ κάνουμε αὐτὸ καλὸ ἐπιτάφιο, καὶ σ’ αὐτὰ τὰ βλαστάρια πού μας δόθηκαν ἀπὸ τὸν Θεὸ θὰ ἀποτυπώσουμε μέσω τοῦ ἑαυτοῦ μας εἰκόνα ζωῆς τέτοιας ποὺ εὐχαριστεῖ τὸν Θεό.
Γιατί αὐτὰ ποὺ ὁ αἰώνιος Θεός, ὁ Δεσπότης τῶν ὅλων, κάμνει σέ μας, ἂν δεῖ ὅτι τὰ δεχόμαστε μὲ εὐχαρίστηση, πὼς δὲν θὰ ρυθμίσει καὶ τὰ παρόντα σέ μας καλῶς μὲ τὴν παράκληση τοῦ ἁγίου Πνεύματος, καὶ δὲν θὰ κάνει ἀπολαυστικὰ τὰ μελλοντικὰ στοὺς ἄπειρους αἰῶνες; Αὐτὰ ἐγώ, ἂν καὶ μὲ συντομία, ὅμως, σὰν δικός σου, τὰ ἔγραψα μὲ ἀγάπη καὶ σὲ παρηγόρησα. Καὶ σύ, δέσποτα, δέξου νὰ χαιρετήσεις ἐκ μέρους μου τὰ ἐξαίρετα τέκνα σου.

(ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου Ἔργα, ἔκδ. ΕΠΕ, Φιλοκαλία τόμος 18Δ σέλ. 243-245 καὶ 259-263)

(Πηγὴ ψήφ. κειμένου: kantonopou’s blog)

https://alopsis.gr /// agioreitika.net

Προηγούμενο άρθροἘκκλησία Κρήτης: Νέος Ἀρχιεπίσκοπος. Μπορεῖ νὰ ἀλλάξῃ κάτι; (Β΄) Γράφει ο Γεώργιος Τζανάκης
Επόμενο άρθροΟἰ ἄνεμοι καί οἱ θύελλες…(τοῦ Νεκτάριου Δαπέργολα)

Αφήστε μια απάντηση